Την λένε Άννα. Της ταιριάζει τόσο πολύ... από τα λίγα ονόματα που μπορείς να διαβάσεις κι ανάποδα. Αυτή είναι και η φιλοσοφία της - να βλέπει τα πράγματα ανάποδα. Ανάποδα δηλαδή από διαφορετικές οπτικές γωνίες και όχι ανάποδα στραβά, και εκεί που οι πιο πολλοί κάνουν τα στραβά μάτια αυτή να προχωρά με το σταυρό στο χέρι.
Δεν είναι θρήσκα η Άννα. Κάποτε δηλαδή ήταν. Εκεί κάπου στην αθώα ακόμα ηλικία των δεκάξι η Άννα πίστευε στο Θεό με την έννοια που δίνουν στη λέξη οι Θεολόγοι του Λυκείου. Ναι, όταν η Άννα ήταν δεκάξι, η ηλικία αυτή τότε ήταν αθώα, με φυσικά νύχια και φυσικό χρώμα στα μαλλιά. Δεν έγινε κάτι για να χάσει η Άννα την πίστη της, κατ'ακρίβειαν δεν έχασε ποτέ την πίστη της. Έχασε μονάχα την αθωότητα της.
Όταν έβαψε για πρώτη φορά τα μαλλιά της, κόκκινα σαν κανένα φυσικό κόκκινο στον πλανήτη, ένιωσε πως το "έτσι το'θελε ο Θεός" δεν της ταίριαζε πια. Όταν άλλαξε χώρα διαμονής για δεύτερη φορά, είχε γνωρίσει πια τόσους πολλούς Θεούς, που αποφάσισε πως "ο Θεος είναι πολύ μεγάλος για να χωρέσει μοναχά σε μια θρησκεία". Έτσι η Άννα κράτησε την πίστη της σε ένα Θεό που από τη μια έμοιαζε τόσο στην έννοια των Θεολόγων κι από την άλλη είχε μια έννοια ανάποδη. Η Αγάπη, ή η έλλειψή της για την Άννα είναι η κινητήριος δύναμη για τα πάντα. Κινητήριος δύναμη λένε οι άλλοι είναι ο Θεός. Η Αγάπη λέει η Άννα είναι ο Θεός. Δεν την νοιάζει στ'αλήθεια αν αυτό είναι ή δεν είναι η βαθύτερη έννοια του Χριστιανισμού, της αρκεί που ξέρει επιτέλους σε τί πιστεύει.
Αφού λοιπόν πιστεύει στην Αγάπη, βρίσκει τρόπους να κάνει αυτό που αγαπά και να αγάπα αυτό που κάνει κι αυτό δεν είναι πάντα εύκολο. Το πιο δύσκολο είναι να θυμάται να μην μιζεριάζει. Γι'αυτό καμιά φορά, ακουμπάει την πλάτη πίσω στην καρέκλα, παίρνει μια βαθιά ανάσα και ξεφυσάει όσο πιο αργά και σταθερά μπορεί για να μην ακουστεί σαν αναστεναγμός. Θέλει να αναστενάζει μόνο για ευχάριστα πράγματα: μια δουλειά που τέλιωσε με επιτυχία, ένα καλό αποτέλεσμα που της έφερε ανακούφιση, πέντε λεπτά διαλείμματος με χαζοπαρέα.
Δεν είναι αυτό που λένε γυναίκα καριέρας. Δεν είναι σκληρή, δεν έχει τη δύναμη να θυσιάσει άλλους ή τον εαυτό της και δεν μπορεί να εκμεταλευτεί τις αδυναμίες άλλων. Δεν είναι ούτε αυτό που λένε γυναίκα για σπίτι. Δεν είναι νοικοκυρά, δε θέλει στασιμότητα και δεν έχει σταθερό πρόγραμμα. Είναι όμως τώρα πια γυναίκα που ξέρει τί θέλει. Κι αντιπροσωπεύει στο έπακρο το φύλο της γιατί τώρα θέλει αυτό και αύριο ίσως να θέλει κάτι άλλο. Μπορεί λοιπόν σαν γυναίκα να μη γνωρίζει τις λεπτομέρειες του παραμυθιού, αλλά ξέρει τη δομή και τα κύρια σημεία.
Κάπου εκεί στα δεκάξι, γελούσε δυνατά, τραγουδούσε δυνατά και πίστευε πως τα πάντα είναι δυνατά. Το μόνο που άλλαξε απ'αυτά, είναι η ένταση στο τραγούδι - δεν είναι δα και Μαρία Γκάλας. Το μόνο που άλλαξε. Γιατί κάπου εκεί στα δεκάξι, η Άννα γνώρισε τον Αλέξη...